Συνέντευξη στο ΦΑΝΤΑΖΙΟ για Σαββόπουλο (1973)

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΙΣ ΡΙΖΕΣ!.. Ο ΠΑΠΑΣΤΑΘΗΣ ΔΙΝΕΙ ΜΙΑ ΟΠΤΙΚΗ ΠΡΟΕΚΤΑΣΗ ΣΤΗ ΜΟΥΣΙΚΗ ΤΟΥ ΣΑΒΒΟΠΟΥΛΟΥ Κινηματογραφιστής άξιος από τους πιο εκφραστικούς και τους πιο ευαίσθητους της νεώτερης γενιάς, ο Λάκης Παπαστάθης, είναι φέτος ένας από τους βασικούς δημιουργούς του θεάματος ακροάματος, (να το πούμε χάπενινγκ;), που παρουσιάζει ο Διονύσης Σαββόπουλος στο «Κύτταρο». Συγκεκριμένα, είναι ο δημιουργός των δέκα μικρών ταινιών που προβάλλονται στην οθόνη, σαν παράλληλη έκφραση των τραγουδιών και του Καραγκιόζη. Οι ταινίες έχουν μια ιστορική ενότητα. Εραστής του χώρου και της αφηγήσεώς του, δημιουργός με προσωπική έκφραση και αγάπη στο ιθαγενές στοιχείο ο Παπαστάθης, χρησιμοποιεί παλιό κινηματογραφικό υλικό και δένει το παρελθόν με το παρόν, συχνά ερμηνεύοντάς το, με εικόνες μεστές από τρυφερότητα ουσιαστική. Τη Φρίντα Ποπελίγρ, πρωταγωνίστρια και σύζυγο του αλησμόνητου Αχιλλέα Μαδρά, βλέπει πρώτα στην οθόνη ο θεατής, σίγουρα ξαφνιασμένος από τον τρόπο που ο σκηνοθέτης Μαδρας και η πρωταγωνίστριά του ερμηνεύουν Την πασίγνωστη και στους νεώτερους Μαρία Πενταγιώτισσα, Τη γυναίκα θρύλο, που έδεσε τη ζωή της με την Ιστορία της ληστοκρατίας στη νεώτερη Ελλάδα. Οι σκηνές της Πενταγιώτισσας ζωντανεύουν παράλληλα με τις αθάνατες ιστορίες του καραγκιοζοπαίχτη Σπαθάρη. Περνώντας σε μια άλλη ιστορική εποχή που εκφράζει τη μεγάλη ιδέα, ο Παπαστάθης ζωντανεύει τη Μαύρη θάλασσα, από λιθογραφίες και λαϊκές εικόνες των Βαλκανικών Πολέμων, χρησιμοποιώντας παράλληλα και ένα φιλμ με κινούμενα σχέδια του Άλ. Κυριτσόπουλου. Το ζεϊμπέκικο βέβαια δεν μπορεί να λείπη. Ο Σαββόπουλος δεν αγνοεί τις ρίζες του και ο Παπαστάθης το ίδιο. Έτσι οι φωτογραφίες των μεγάλων της λαϊκής μας μουσικής, που εμφανίζονται στην οθόνη, σε στιγμές ιδιωτικές είναι παρουσιασμένες σαν τρυφερές βιωμένες μνήμες. Περισσότερο προσωπική ίσως, παράδοξα τρυφερή και σκληρή η κινηματογραφική απόδοση της μνήμης μιας πόλης και ενός κοριτσιού. Η πόλη είναι η Θεσσαλονίκη— υλικό οι έξοχοι πίνακες του Νίκου Γ. Πεντζίκη. Στο τέλος ο Παπαστάθης, ακολουθώντας πάντα τον Σαββόπουλο επιστρέφει στην Πενταγιώτισσα, Την εξαφανίζει μέσα στο τραγούδι του Σαββόπουλου, «Εδώ είναι Μπαλκάνια» και κλείνει με ένα κινηματογραφημένο καραγκιόζη, με τον ίδιο τον Σαββόπουλο μεταμορφωμένο σε καραγκιοζίστικη φιγούρα, να ακολουθή τις φιγούρες του Σπαθάρη για να καταλήξη να φαγωθή από το θηρίο. Η κινηματογραφική δουλειά του Παπαστάθη στο «Κύτταρο», δεν είναι τυχαία και βρίσκεται σε απόλυτη συνέπεια με τη βραβευμένη στο φεστιβάλ ταινία του «Γράμματα από Την Αμερική» και σε όσα πιστεύει ο ίδιος για τον κινηματογράφο. Στη μικρή συνέντευξη που ακολουθεί ο σκηνοθέτης εκφράζει απλά τις απόψεις του για θέματα πολυσυζητημένα, πάντα άλυτα όμως και επίκαιρα. — Μιλάμε πολύ για Τη δημιουργία ενός ελληνικού κινηματογράφου. Ποιος είναι ο τρόπος για να πετύχουμε και ακόμα πόσο είναι δυνατόν να μείνη ο δημιουργός ανεπηρέαστος από τις αισθητικές αναζητήσεις της Ευρώπης και της Αμερικής; —Μια λύση είναι η επιστροφή στην παράδοση. Φυσικά, δεν εννοώ τη λατρεία των πεθαμένων σχημάτων, αλλά την επιστροφή σε βάθος. Όσο για τις έξωθεν επιρροές αυτές αφορούν περισσότερο τους φιλότεχνους, παρά τους δημιουργούς. — Πιστεύεις πως αυτό το είδος, ο συνδυασμός δηλαδή εικόνας μουσικής, μπορεί να δώση θετικά αποτελέσματα; Να επηρεάσει ευρύτερα ανοίγοντας το δρόμο για καινούργιες αναζητήσεις; — Πιστεύω ότι δεν δημιουργούνται εύκολα «καινούργιες μορφές τέχνης» και πολύ περισσότερο τέτοιες, που να επηρεάσουν θετικά το κοινό... Απλώς τονίζουν την αδυναμία μας, να μιλήσουμε πλήρως, με την τέχνη μας. Το ότι η προσπάθεια έγινε από τον Διονύση Σαββόπουλο, με τόση σοβαρότητα και με το βάρος της ευθύνης και της αγωνίας του, ασφαλώς δεν δίνει άφεση αμαρτιών στις στρατιές των καιροφυλακτούντων επιχειρηματιών νυχτερινών κέντρων, να θηρεύσουν εισιτήρια. — Τί ακριβώς σημαίνει για σένα η δημιουργία αυτής της ταινίας. Είναι ίσως ένα είδος μελέτης αναφορές σε στοιχεία του παρελθόντος; — Η κινηματογραφική δουλειά στο «Κύτταρο», μου έδωσε την ευκαιρία να καταπιαστώ με μια σειρά από προβλήματα ζωντανής σχέσης με την παράδοση, που το καθένα θα μπορούσε να είναι και μια μεγάλου μήκους ταινία. Το ότι στην κομματιασμένη και από μόνη της μη ολοκληρωμένη κινηματογραφική παρουσία, συμπορεύεται και η μουσική του Σαββόπουλου, νομίζω ότι τονίζει την αδυναμία ολοκληρωμένης άποψης πάνω στο θέμα αυτό. Αν είχαμε καταφέρει, να ενοποιήσουμε πλήρως το τεμαχισμένο σώμα της παράδοσης, ούτε η μουσική θα χρειαζόταν την «παρηγοριά» του κινηματογράφου, ούτε ο κινηματογράφος το «άλλοθι» της μουσικής, θα υπήρχαν ξεχωριστά και πλήρως. Έχοντας λοιπόν συνειδητοποιήσει αυτήν την αδυναμία, δώσαμε βαρύτητα στα πράγματα που δεν λέγονται και που τελικά είναι και τα σοβαρότερα!